Τατουάζ και μόνιμο μακιγιάζ: Διαφορές και ομοιότητες
Από τη
Δήμητρα ΣΚΟΥΡΑ, permanent make-up artist
Το μόνιμο μακιγιάζ έχει τις ρίζες του στο κλασικό Ta Tau, που σημαίνει ανοίγω πληγές, και είναι η λέξη που όρισε αρχικά τα ανεξίτηλα σημάδια στο σώμα των ιθαγενών πολεμιστών της Πολυνησίας. Σώματα ζωγραφισμένα ολόκληρα, γεωμετρικά σχέδια σε μονοχρωμία, εντυπωσιακές τελετές και απαράβατα πιστεύω. Τα μοτίβα χρησιμοποιούνταν ως διακριτικά της καταγωγής, φυλακτά από τα κακά πνεύματα ή σύμβολα ενηλικίωσης. Στα νησιά της Πολυνησίας, όπου όλοι κυκλοφορούσαν γυμνοί, μπορούσε κανείς εύκολα να συμπεράνει αν κάποιος ήταν πολεμιστής, ψαράς, γεωργός, ιερέας ή ναυτικός, ποιας οικογένειας ήταν απόγονος ή σε ποια κοινότητα ανήκε. Σ’ έναν πολιτισμό που δεν ανέπτυξε αλφάβητο, τα τατουάζ έδιναν στοιχεία για την ταυτότητα αλλά και για την προσωπικότητα αυτού που τα έφερε.
Τα σχέδια στο σώμα ήταν μια διάστικη ταυτότητα, ένα πολύπλοκο σύστημα συμβόλων που καταδεικνύει πολλά γι’ αυτόν που τα κουβαλάει στο κορμί του. Οι Πολυνήσιοι τατουέρ ανήκαν στην κάστα των ιερέων. Με βελόνες βουτηγμένες σε χρώματα τοποθετούσαν στο δέρμα ζωγραφιές διαρκείας. Για να κατασκευάσουν αυτά τα χρώματα έκαιγαν κουκούτσια από σπόρους και αναμείγνυαν κάρβουνο με έλαιο από ινδοκάρυδο. Τα πολλά σχέδια στο δέρμα αποτελούσαν σύμβολο ευμάρειας. Κατά την άφιξη των πρώτων ιεραποστόλων, και επειδή η διαδικασία του τατουάζ συναρτήθηκε με τις ανθρωποθυσίες και τη σεξουαλικότητα, το πολυνησιακό τατουάζ γνώρισε την απόρριψη. Στην Ευρώπη, τα τατουάζ τα φορούσαν κυρίως οι ναυτικοί. Σε πολλά κράτη δεν ήταν κοινωνικώς αποδεκτά, μιας και χρησιμοποιούνταν από τους φυλακισμένους ή από άτομα του περιθωρίου. Η μόδα των χίπις στην δεκαετία του 1960 και στις αρχές του 1970 έδωσαν ώθηση στο τατουάζ σώματος. Και κάπου στα μέσα του 1980, επώνυμοι από τον κόσμο της τέχνης, της μόδας και του αθλητισμού το “νομιμοποίησαν” βγάζοντάς το από τη σφαίρα του μυστικισμού. Στις μέρες μας, η βιομηχανία του τατουάζ συγκαταλέγεται στους πέντε γρηγορότερα αναπτυσσόμενους κλάδους παγκοσμίως, πίσω από το Ίντερνετ και την ψηφιακή τηλεφωνία.
Παρακείμενη πιθανότητα: τα “ανταλλακτικά”του διαφορετικού
Εν αρχή ην το τατουάζ. Ο άνθρωπος πολύ πριν από την εμφάνιση της γλώσσας ανακάλυψε τη ζωγραφική του σώματος. Μια οπτική γλώσσα με συγκεκριμένες πολιτισμικές έννοιες. Με χρώματα που ανακάλυψε από ορυκτά, φυτά και όστρακα, ζωγράφιζε το σώμα του για να φοβίσει τους εχθρούς του αλλά και να σαγηνέψει το ταίρι του. Η ζωγραφική στο σώμα είναι το αποτύπωμα του πρωτόγνωρου ανθρώπου. Η τέχνη αυτή ήταν γνωστή 12.000 χρόνια π.Χ.. Στην Αίγυπτο αναφέρεται από την εποχή που χτίζονταν οι μεγάλες πυραμίδες. Το τατουάζ, όμως, όπως και καθετί, εμπεριέχει την ίδια την αλλαγή του. Έναν χάρτη που περιγράφει όλους τους τρόπους που το παρόν μπορεί να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του. Η παρακείμενη πιθανότητα είναι σαν ένα σπίτι όπου κάθε δωμάτιο έχει τέσσερις πόρτες, καθεμία από τις οποίες οδηγεί σε άλλο δωμάτιο επίσης με τέσσερις πόρτες κ.ο.κ. Οι καλές ιδέες δεν πετούν από μόνες τους στον αέρα, αντίθετα συνδέονται με τις προηγούμενες και τις επόμενές τους. Όλοι ζούμε στις μικρές ιδιωτικές παρακείμενες πιθανότητες: στη δουλειά μας, στη δημιουργική απασχόληση, στις πόλεις, στις γειτονιές.
Σε κάθε περίπτωση περιτριγυριζόμαστε από εν δυνάμει νέους συνδυασμούς ή τρόπους με τους οποίους μπορούμε να σπάσουμε τα δεδομένα. “Αδερφάκι”μιας παρακείμενης πιθανότητας ήταν και η εξαρμογή του κλασικού τατουάζ στο μόνιμο μακιγιάζ.
Η παλιά γνωστή μέθοδος χρωμάτωσης του δέρματος επεκτείνεται σε παραπλήσιες και διαφορετικές εφαρμογές: γέρικο σκυλί… σε νέα κόλπα (Old dogs…new tricks).
Η εξαρμογή είναι η προσαρμογή των πραγμάτων σε ένα διαφορετικό περιβάλλον ή σε μιαν άλλη χρήση. Όπως, για παράδειγμα,τα φτερά αρχικά προορίζονταν για να ζεσταίνουν τα πουλιά παρέχοντάς τους μόνωση από το κρύο, όμως κάποια στιγμή “γέννησαν” την πτήση και απόκτησαν άλλον ρόλο. Η εξαρμογή είναι η μητέρα της ιδέας: προσφέρει τα εργαλεία, τα ανταλλακτικά που θα οδηγήσουν στη δημιουργία κάτι εντελώς νέου. Αρκεί να σκεφτούμε ότι μία από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις του ανθρώπινου πνεύματος, η τυπογραφία, προέκυψε όταν ο Γουτεμβέργιος σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει τα ειδικά μηχανήματα που έλιωναν τα σταφύλια στα οινοποιεία της κοιλάδας του Ρήνου, για να πιέσει τα μεταλλικά στοιχεία του πάνω σε μεγάλα κομμάτια χαρτί.
Η ίδια η ιδέα είναι ένα δίκτυο. Ένας συγκεκριμένος αστερισμός νευρώνων που πυροδοτούνται σε απόλυτο συγχρονισμό για πρώτη φορά στον εγκέφαλό μας, και ξαφνικά, να σου μια ιδέα προβάλλεται στην κινηματογραφική οθόνη του συνειδητού. Στην πραγματικότητα η ιδέα δεν είναι φλασιά. Είναι αργή διαίσθηση: κάτι σε “τρώει”…Αυτό συνέβη το 1940, όταν μια ομάδα γιατρών ανακάλυψε τις διορθωτικές δυνατότητες του τατουάζ μετά από χειρουργικές επεμβάσεις στο στήθος (κάλυψη ουλών μετά από αποκατάσταση μαστού, διόρθωση του περιγράμματος των θηλών), στο τριχωτό της κεφαλής (μερική απώλεια τριχών από αλωπεκία, χημειοθεραπεία) και τα χείλη (λαγώχειλος, ασαφές περίγραμμα, σημάδια από έρπη, ατυχήματα). Το μόνιμο μακιγιάζ ήταν γεγονός! Και ο ρόλος του, όπως και ο ρόλος της τέχνης γενικότερα, δεν ήταν να αντιγράψει την πραγματικότητα, αλλά να τη χρησιμοποιήσει μετατρέποντάς την.
Στις επόμενες δεκαετίες, η εξέλιξη της τεχνικής είναι θεαματική. Χρησιμοποιούνται πια μηχανήματα πολύ πιο ελαφριά, με τα οποία αισθάνεται κανείς έναν ανεπαίσθητο κραδασμό, και χρώματα ανθεκτικά στους εξωτερικούς παράγοντες.
Από το σώμα στο πρόσωπο
Η επινόηση του πρώτου ηλεκτρικού μηχανήματος τατουάζ, το 1891, από τον Samuel ‘O Reilly έδωσε ώθηση στην τέχνη του τατουάζ σε όλο τον Δυτικό κόσμο, και ιδιαίτερα στην Νέα Υόρκη. Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια.
Στον αιώνα της απόλυτης τεχνολογικής επανάστασης, “κάθε καινοτομία” είναι ένα κομμάτι Lego που μπορεί να μεταφερθεί από τη μiα βιομηχανία στην άλλη, να συνδυαστεί και να δημιουργήσει ολοκαίνουργια προϊόντα.
Αυτό ονομάζεται τεχνολογική σύγκλιση και πρόκειται για επιταχυντή που οδηγεί στην εξέλιξη. Οι σύγχρονοι μικροδερματογράφοι βασίζονται στην αρχή της παλινδρομικής κίνησης, για να απορροφήσουν το χρώμα και ύστερα να το ενστίξουν κάτω από την επιδερμίδα, κάτι ανάλογο με ραπτική μηχανή που περνά την κλωστή (την χρωστική) κάτω από το ύφασμα (την επιδερμίδα).
Όπως τα smart phones, που εκτός από τηλέφωνα εκτελούν χρέη φορητών υπολογιστών, πυξίδας, φωτογραφικής μηχανής, θερμόμετρου, παίζουν μουσική, διαθέτουν video games και ό,τι άλλο βάλει ο νους σας, έτσι και οι σύγχρονες συσκευές δερματοστιξίας δουλεύουν σε πρόσωπο και σώμα, διορθώνουν τα κινητά χαρακτηριστικά (χείλη, φρύδια, μάτια), κάνουν το κορμί μια φορητή συλλογή εικόνων και καλύπτουν ουλές και σημάδια. Όπως είναι φυσικό, αυτή η σύγκλιση των δυνάμεων δημιουργεί μια δυναμική τεχνολογική ορμή που παρασύρει τόσο τις ίδιες τις εταιρείες τεχνολογίας, οι οποίες συναγωνίζονται ποια θα ξεπεράσει την άλλη σε πρωτοπορία, όσο και τους καταναλωτές που απαιτούν, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τους φόβους για κάτι που “ίσως” πάθουν: να επιτευχθεί ριζική αλλαγή στην εικόνα τους και κατ’ επέκταση στη ζωή τους.
Ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα στο τατουάζ και στο μόνιμο μακιγιάζ;
Το τατουάζ έχει εξελιχθεί σε δύο διαφορετικές, παράλληλες τεχνικές. Στην τεχνική του σώματος (Body Art) και στην τεχνική του αισθητικού μόνιμου μακιγιάζ (Permanent make up). Το μόνιμο μακιγιάζ είναι μεταγενέστερη τάση, απαντάται κυρίως μετά το 1984, και στην ουσία είναι ένα είδος ήπιου τατουάζ που γίνεται συνήθως στα φρύδια, στα χείλη ή στα μάτια. Μόνιμο μακιγιάζ και κοσμητικό τατουάζ είναι όροι που χρησιμοποιούνται για να προσδιορίσουν τη διαδικασία της διαδικασίας των χρωστικών ουσιών στο δέρμα.
Θα πρέπει, όμως, να διαφοροποιηθεί το τατουάζ από το μόνιμο μακιγιάζ, έστω και αν και οι δύο τεχνικές υλοποιούνται με βελόνες μιας χρήσεως. Τις διαφορές ανάμεσα στο make-up διαρκείας και το τατουάζ τις αναγνωρίζουμε και από τον τρόπο που γίνονται και από τι παριστάνουν.
Το μόνιμο μακιγιάζ γίνεται για αισθητικούς λόγους, για τονιστεί η εμφάνιση, ενώ το τατουάζ γίνεται για διακοσμητικούς λόγους. Η κυριότερη διαφορά έγκειται στο βάθος διείσδυσης του χρώματος στο δέρμα. Στο μόνιμο μακιγιάζ τα χρωματισμένα μόρια περνούν κάτω από την επιφανειακή στιβάδα της επιδερμίδας, σε βάθος ενός χιλιοστού, ενώ η τεχνική του τατουάζ εγκαθιστά τις χρωστικές βαθιά στο δέρμα, δηλαδή στα κατώτερα στρώματα του χορίου, άρα είναι μόνιμο και οδυνηρό. Εκτός από το βάθος διείσδυσης της βελόνας, μια άλλη σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο τεχνικές είναι η σύσταση των χρωστικών ουσιών που χρησιμοποιούνται ανά περίπτωση. Στο μόνιμο μακιγιάζ τα χρώματα είναι συνήθως ορυκτής προέλευσης, μη αλλεργιογόνα, ουδέτερα και σταθερά που παραμένουν στο δέρμα για μικρό χρονικό διάστημα. Καθώς το δέρμα απολεπίζεται, λόγω της φυσιολογικής διαδικασίας ανανέωσης των κυττάρων, το χρώμα ξεθωριάζει και χάνεται. Έτσι, υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του μόνιμου μακιγιάζ, προσαρμόζοντας το σχήμα και το χρώμα στην ηλικία και στο δέρμα του κάθε ατόμου. Στο τατουάζ τα χρώματα περιέχουν σημαντική πρόσμειξη συνθετικών ουσιών, και αυτό τα καθιστά αναλλοίωτα στον χρόνο και ανθεκτικά στους κλασικούς τρόπους απομάκρυνσης (laser κλπ).
Μπορεί οι tattooist να είναι και μόνιμοι μακιγιέρ;
Μόνον αν ο τατουέρ γνωρίζει τουλάχιστον τις γενικές αρχές της οπτικής και της αισθητικής, όπως αυτές εφαρμόζονται στηn τέχνη (αρχιτεκτονική, ζωγραφική κλπ), μπορεί να επέμβει στα χαρακτηριστικά του προσώπου με επιτυχία. Είναι απαραίτητο να έχει σαφή γνώση τού κατά φύσιν, ώστε να μπορεί να δει τι δεν είναι όπως θα έπρεπε να είναι. Σε πολλές περιπτώσεις είναι ανάγκη να είναι σε θέση να δημιουργεί ακόμα και οπτικές πλάνες για να εξισορροπήσει μια μορφή. Το μόνιμο μακιγιάζ διαμορφώνει, μορφοποιεί, ανακατασκευάζει τα χαρακτηριστικά του προσώπου, βάσει κανόνων. Η ρήση της πλαστικής χειρουργικής, “αποκαθιστώ, διορθώνω και κάνω να φαίνεται ωραίο ό,τι η φύση έδωσε και η τύχη αφαίρεσε, όχι τόσο για να ευχαριστήσω το μάτι, αλλά για να ανακουφίσω τη ψυχή”, βρίσκει στο μόνιμο μακιγιάζ την καλύτερη εφαρμογή της. Σήμερα, όμως, που η παγκόσμια οικονομία έχει φτάσει ένα βήμα πριν την ολοκληρωτική κατάρρευση, και εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο “καλημέρισαν” την ανεργία, όλοι τα κάνουν όλα, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Είναι εύκολο να χρησιμοποιήσει κανείς το μόνιμο μακιγιάζ για να σχεδιάσει μικρά σχέδια στο υπόλοιπο σώμα, αλλά αυτό δεν αποτελεί την πιο συνήθη χρήση. Με τον ίδιο τρόπο, το τατουάζ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να γίνουν μόνιμα σχήματα για τα μάτια ή τα φρύδια, αλλά τέτοιες μόνιμες επεμβάσεις δεν συνιστώνται για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί οι χρωστικές που χρησιμοποιούνται για το τατουάζ δεν είναι πάντα ελεγμένης προέλευσης, όπως οι χρωστικές του μόνιμου μακιγιάζ που υπόκεινται πλέον στους πολύ αυστηρούς ευρωπαϊκούς κανονισμούς. Έτσι, το χρώμα μπορεί να γυαλίζει ή να δείχνει αφύσικο. Και, δεύτερον, γιατί το πρόσωπο αλλάζει. Ένα συγκεκριμένο και μόνιμο μακιγιάζ φρυδιού που μπορεί να είναι όμορφο και αποδεκτό στα 40 μας, δεν είναι απαραιτήτως και στα 50 μας. Εξάλλου, με την ωριμότητα αλλάζουν και οι επιθυμίες μας. Είναι, λοιπόν, προτιμότερο να έχουμε τη δυνατότητα σε κάθε φάση της ζωής μας, να χαρίσουμε στον εαυτό μας την εικόνα που ταιριάζει στην εξέλιξή μας. Μη σωστή εφαρμογή ή ελαττωματικός εξοπλισμός μπορεί επίσης να έχει επιπτώσεις σε ό,τι αφορά τη διάρκεια και την ποιότητα της μόνιμης χρωμάτωσης.
Είναι σωστός ο όρος ημιμόνιμο μακιγιάζ;
Οι χρωστικές ουσίες που τοποθετούνται στο δέρμα με τη χρήση βελονών θεωρούνται μόνιμη βαφή. Τα αποτελέσματα της εξασθένησης ή η αλλαγή του χρώματος ή ακόμα και η έλλειψη χρώματος είναι αναμενόμενα και οφείλονται σε διαφορετικούς παράγοντες, όπως η διαφορετική ποιότητα του δέρματος αλλά και η έκθεση στον ήλιο. Ο όρος semi permanent (ημιμόνιμο μακιγιάζ) είναι παραπλανητικός. Υπονοεί τον μηχανικό έλεγχο του χρονικού διαστήματος που μια χρωστική ουσία μπορεί να παραμείνει στο δέρμα. Δεν υπάρχει κανένα τεκμηριωμένο συμπέρασμα που να αποδεικνύει ότι το δέρμα μπορεί να επανέλθει, μετά από μόνιμο μακιγιάζ, στην προηγούμενη κατάσταση εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Το μόνιμο μακιγιάζ, όταν εφαρμόζεται επαγγελματικά και με αξιόπιστες χρωστικές ουσίες, είναι μια εφαρμογή τατουάζ και εκτελείται με σαφή πρόθεση το χρώμα να παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η χρησιμοποίηση του όρου ημιμόνιμο είναι πρόφαση για τη περίπτωση λιγότερων ευνοϊκών αποτελεσμάτων. Πολλές χρωστικές ουσίες είναι ιδιαίτερα ανθεκτικές για να αφαιρεθούν ακόμη και με τις πιο προηγμένες τεχνικές laser, έτσι όχι μόνο είναι βαφή διαρκείας, αλλά σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορεί να αφαιρεθεί τελείως ποτέ.
Το μόνιμο μακιγιάζ ως “θεραπευτική” τεχνική
Το μακιγιάζ ως “θεραπευτική” περιποίηση βοηθάει τις θλιμμένες γυναίκες. Κάνει απλό ό,τι τους φαίνεται δύσκολο. Με την τεχνική της μόνιμης χρωμάτωσης δεν μπορεί να αλλάξει κανείς τα χαρακτηριστικά του, μπορεί όμως να αλλάξει το πώς φαίνονται. Το σύνηθες μακιγιάζ γίνεται για να βελτιώσει την εικόνα, ενώ ο σκοπός του διορθωτικού μακιγιάζ είναι άλλος. Δίνει την δυνατότητα σ’ ένα πληγωμένο πρόσωπο να καλυφθεί και να μη φαίνεται το πρόβλημα. Άτομα με προβλήματα λεύκης, ουλών, υπερμελάχρωσης του δέρματος, αγγειωμάτων, λαγώχειλου, ή αλωπεκίας, δεν κοιτάζονται στον καθρέφτη, αρνούνται κάθε επαφή με το σώμα τους. Το μόνιμο μακιγιάζ, εκτός από “εικαστικό”, παίζει και έναν βαθιά ψυχολογικό και θεραπευτικό ρόλο στην ανθρώπινη ψυχή. Δεν είναι λίγες οι φορές που ασθενείς με γυροειδή αλωπεκία (απώλεια τριχών στο τριχωτό της κεφαλής και στα οσφυικά τόξα), μετά την αποκατάσταση των φρυδιών, παρουσιάζουν αυτομάτως ύφεση της πάθησής τους.
Τι πρέπει να προσέξουμε στο μόνιμο μακιγιάζ;
Το μόνιμο μακιγιάζ βρίσκεται στη σύγκλιση δύο τεχνικών: του τατουάζ και του κλασικού μακιγιάζ. Δεν πρέπει, όμως, να το συγχέουμε ούτε με το ένα ούτε με το άλλο. Ο σκοπός του μόνιμου μακιγιάζ είναι η βελτίωση, η αξιοποίηση και η αποκατάσταση των φυσικών χαρισμάτων του προσώπου. Το μόνιμο μακιγιάζ είναι παραστατική τέχνη, που σημαίνει πως τα λάθη είναι φανερά. Χρειάζονται προσεκτικές αλλαγές. Το μέγεθος κάθε χαρακτηριστικού σχετίζεται με ό,τι περιβάλλεται. Τα χείλη φαίνονται πολύ σαρκώδη γιατί το πρόσωπο είναι λεπτοκαμωμένο. Η μύτη φαίνεται μεγάλη, γιατί τα φρύδια δεν έχουν μάκρος και απέχουν πολύ μεταξύ τους. Μπορεί, άραγε, να τα αντιληφθεί αυτά κάποιος που δεν ξέρει ανατομία και φυσιογνωμική; Στο μόνιμο μακιγιάζ, αν η ζώνη του μετώπου είναι μικρή, ανεβάζουμε προς τα πάνω τα φρύδια. Έτσι, όμως, μεγαλώνουμε την μύτη. Για αυτό είναι ανάγκη, όταν προβαίνουμε σε μια διόρθωση, να λαμβάνουμε υπ’όψιν και το υπόλοιπο πρόσωπο. Δεν είναι σωστό να βελτιώνουμε μια ατέλεια, δημιουργώντας μιαν άλλη. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να βρίσκουμε τη χρυσή τομή: μικροαλλαγές που να επιφέρουν σχετική αρμονία. Στις πολλαπλές δυσμορφίες ο συσχετισμός είναι απαραίτητος, γιατί έτσι παρεμβαίνουμε με διάφορα τρικ, χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό.
Χρειάζεται, εκτός από σωστή εκπαίδευση, και ταλέντο για να διαπρέψει κανείς στο μόνιμο μακιγιάζ;
Υπάρχουν επαγγέλματα, όπως είναι ο χορός, που δεν τα διαλέγεις εσύ, σε διαλέγουν αυτά. Οι μπαλαρίνες θα πρέπει να διαθέτουν μακριά άκρα, μικρό κορμό, σωστή σπονδυλική στήλη και εφηβικές αναλογίες. Είναι πολύ σκληρό να λατρεύεις τον χορό, και το σώμα σου να μην σου επιτρέπει να υλοποιήσεις το όνειρό σου.Στο μόνιμο μακιγιάζ το μόνο που χρειάζεται είναι δύο μάτια και δύο χέρια που, ευτυχώς, τα έχουν οι περισσότερες. Αν κάποια στοχεύει ψηλά, αυτό που θα την οδηγήσει στην επιτυχία είναι η επιθυμία. Η επιθυμία είναι πολύ σημαντικό πράγμα. Το ταλέντο δεν εξηγείται. Είναι η ικανότητα να αφιερώνεσαι σε ό,τι αγαπάς.